11.4.14

Έχει ήλιο, έχει πλωμάρι, ρουκέτα στο τομάρι

Κι ας είναι σαν αυτές που έριχνα δικαβαλιά στην πλάτη φίλου πάνω σε glx honda πενηντάρι, στρογγυλοφάναρο πριν καμιά δεκαπενταριά χρόνια. Από πλωμάρι και αυτές...


Η ώρα προβολής της διαφήμισης φανερώνει μεγάλο κοστολόγιο, υψηλές προσδοκίες, μια αρκετά επιθετική κίνηση promotion. Κατά τη διάρκεια τάιμ άουτ σε ντέρμπι Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού είναι λογικό να απευθύνεται σε ένα πολυπληθές αλλά και ιδιαίτερο τηλεοπτικό κοινό με έντονη τη συναισθηματική και θυμική φόρτιση. Πρόβλημά του. Του κοινού. Ποιο είναι αυτό; Αν δεν ένιωσε αποστροφή από το κόνσεπτ του διαφημιστικού, ε, εκεί είναι το πρόβλημα. Γενικότερα.

Το βίντεο ξεκινά με ήλιο, θάλασσα και μπουζουκοήχους αισθητικής της ποστ χούντας των 70s στην Ελλάδα. Μετά μας δείχνει κτίριο με μια επιγραφή ναα. Αποστακτήριο ούζου στη Λέσβο. Όσο τα πλάνα είναι εξωτερικά, όλα εντάξει. Το θέμα υφίσταται από τη στιγμή που ο φακός εισβάλλει στα ενδότερα. Της επιχείρησης. Παρασκευή 1 μ.μ., κλασική ώρα μαζώματος υποθέτω, και καμιά πενηνταριά εργαζόμενοι ντυμένοι με τα ρούχα της δουλειάς, καπελάκια, ποδιές, κοντοστέκονται με μούτρα κατεβασμένα μέχρι το πάτωμα, κοιτώντας ο ένας τον άλλον με μισό μάτι. "Κανείς δεν γνωρίζει τίποτα". Αν ήξεραν, αυτοί θα πήγαιναν στ' αφεντικό και όχι το αντίθετο.

Μπουκάρει το αφεντικό και οι εργάτες σκιάζονται σε κάθε του βήμα. "Είμαστε όλοι εδώ;" ρωτάει. Έννοια σου, ρε τρελέ, αν έλειπε κανείς θα σου το σφυρίζανε. "Ο νους πάει στο κακό", μας προκαταβάλλει ο σκηνοθέτης. "Σήμερα" παύση, "σταματάμε" παύση, "ό,τι κάνουμε" παύση. Τίγκα η αγωνία για το μοιραίο στους εργαζόμενους. Απλά περιμένουν να ακούσουν τα κακά μαντάτα που λίγο πολύ έχουν μυριστεί. Θα κλείσει το μαγαζί, θα απολυθεί κόσμος, θα δουλεύουν και Κυριακές και μεταμεσονύκτια, απαγορεύεται το καμάκι (μικτό το έμψυχο δυναμικό), δεν έχει πολλή σημασία. Όλα κρίνονται σε μια κλωστή και τ' αφεντικό συνεχίζει.

"Και πάμε" παύση, "στη θάλασσα" παύση, "για καλαμαράκι". Τι ακολούθησε; Ξέσπασμα χαράς, παλαμάκια, κοντινά χαμόγελα, αποφόρτιση από το άγχος που τους διακατείχε, σαν να λένε "τη γλιτώσαμε και σήμερα". Και κει που ο ένας δεν σήκωνε το βλέμμα του στον άλλον, πιασμένοι χέρι χέρι στριμώχνονται σε ένα πούλμαν σε φάση "γλεντάω τώρα, ξεδίνω". Στην τσέπη το έχουν το ξεφάντωμα; Φτάνουν στην ταβέρνα, πίνουν ουζάκι και ένας τύπος, εκπρόσωπος των εργαζομένων υποθέτω, εκστομίζει το "να 'σαι καλά, αφεντικό" σηκώνοντας το ποτήρι ψηλά.

Που δεν του κοβότανε καλύτερα; Κι ας έσπαγε το ποτήρι, δεν θα κοβόταν κανείς. Μετά πιάνουν το χορό, λες και δεν έχει παντρευτεί καμιά ξαδέρφη τους ποτέ και το τραπέζι έχει γίνει σε κοσμική ταβέρνα. Ξεκάθαρα τα ενσταντανέ θυμίζουν σκηνές από την κόρη μου, τη σοσιαλίστρια. Μόνο που να θυμίσω ότι το χορό τότε έσερνε ο Νικολαΐδης αρχικά για να ρίξει την ξενόφερτη αφεντικίνα κι έπειτα ήδη ως αφεντικό της φάμπρικας, τιμής ένεκεν μια φορά το χρόνο για να δείχνει ότι δεν ξεχνάει τις καταβολές του. Άσχετο αν είχε αμάξι κούρσα μετά το γάμο, ενώ πριν έπαιρνε το αστικό ή καβάλαγε καμιά καρότσα στη ζούλα.

Η διαφήμιση ούζου μόνο τάσεις προς εμετό είναι ικανή να προκαλέσει, όταν παρουσιάζει ανθρώπους, πολίτες και εργαζόμενους ως μια άμορφη, άβουλη, ανίδεη και άκομψη μάζα που το μπρίο και η έκφραση της προσωπικότητάς της επιτρέπονται μόνο όταν δώσει το σήμα και κεράσει τ' αφεντικό. Μια μάζα παραδομένη στον τρόμο του να βρεθεί ξεκρέμαστη, αφημένη στη μανία του να μαζεύει όσο το δυνατόν πιο πολλά -κι ας είναι ελάχιστα κι ανούσια- αραχνοϋφαίνοντας ίνα προς ίνα το μαντίλι με το οποίο θα σέρνει το χορό που θα τους επιβάλλουν κάποιοι άλλοι, κάνοντας αέρα σε κάποιους που σφίγγουν το σκοινί με το οποίο ονειρεύονται να τους κρεμάσουν. Όσο για το καλαμαράκι; Στο λαιμό να τους κάτσει. 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου